Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2025

Συμμετέχουμε στις κινητοποιήσεις για το έγκλημα των Τεμπών, Παρασκευή 28/02

Η Συσπείρωση Αριστερών Αρχιτεκτόνων καλεί σε μαζική συμμετοχή στις κινητοποιήσεις που θα γίνουν την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου για το έγκλημα των Τεμπών, με απεργία, με κλείσιμο των γραφείων και των επιχειρήσεων.

Oι Αρχιτέκτονες και οι αρχιτεκτόνισσες διαδηλώνουμε μαζί με τις οικογένειες των θυμάτων, τα σωματεία των εργαζόμενων και τη νεολαία, απέναντι στην προσπάθεια συγκάλυψης, για να αποκαλυφθεί όλη η αλήθεια!

Στεκόμαστε στο πλευρό των εργαζομένων στους σιδηρόδρομους και των σωματείων τους και στηρίζουμε τα δίκαια αιτήματά τους για προσλήψεις προσωπικού και αναβαθμισμένα συστήματα ασφάλειας (τηλεδιοίκηση, κα).

Παλεύουμε για ασφαλή και προσιτό σε όλους/ες, δημόσιο και ενιαίο Σιδηρόδρομο. Κριτήριο για εμάς είναι η εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών ενάντια στην πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων για «απελευθέρωση» και ιδιωτικοποίηση, ενάντια στη λογική που βάζει το κέρδος πάνω από την προστασία της ανθρώπινης ζωής.

Την Παρασκευή ο αγώνας μας για ασφαλείς και ανθρώπινες συνθήκες εργασίας στα δικά μας γραφεία και εργοτάξια συναντιέται με τον αγώνα των οικογενειών των θυμάτων των Τεμπών, της νεολαίας, των σωματείων εργαζομένων, των φοιτητικών συλλόγων και των άλλων μαζικών φορέων για την τιμωρία των ενόχων για το έγκλημα στα Τέμπη, για την απόδοση δικαιοσύνης!

Δεν Ξεχνάμε – βάζουμε τις ζωές μας πάνω από τα κέρδη τους!

Άμεση διαλεύκανση του εγκλήματος στα Τέμπη!

Η αλαζονεία του ύψους, του Τάση Παπαϊωάννου*


 Χτίζουμε τα πάντα και παντού, δίχως μέτρο και σύνεση. Τίποτα δεν μας σταματά, αλλά και τίποτα δεν έχουμε διδαχτεί από τα τεράστια σφάλματα που κάναμε στο παρελθόν. Λάθη ολέθρια που τα υφιστάμεθα σήμερα και καλύπτουν το περιλάλητο κάποτε «κλεινόν άστυ», ως αδιάψευστοι μάρτυρες της διαχρονικής αλαζονείας μας.

Παρατηρώντας κάποιος από ψηλά το λεκανοπέδιο, διακρίνει τα όρια της πόλης έτσι όπως άναρχα και ασχεδίαστα επεκτάθηκε (και συνεχίζει να επεκτείνεται) κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Μια πυκνή, παχύσαρκη μάζα έχει κατακλύσει τα πάντα. Εφτασε ακάθεκτη μέχρι κάτω, στον Φαληρικό όρμο, που κι αυτός στένεψε από τα εκτεταμένα μπαζώματα, κάλυψε τα δυο ποτάμια και τα ρέματα που διέσχιζαν την Αθήνα, σκαρφάλωσε απειλητικά στους λόφους και στις υπώρειες των παρακείμενων βουνών. Κι ανάμεσα σ’ αυτόν τον γκριζόλευκο και συνεχή αστικό ιστό, στέκουν δυο-τρία πάρκα, σαν μικρές οάσεις πρασίνου μέσα στην έρημο του χτισμένου.

Χτίζουμε τα πάντα και παντού, δίχως μέτρο και σύνεση. Τίποτα δεν μας σταματά, αλλά και τίποτα δεν έχουμε διδαχτεί από τα τεράστια σφάλματα που κάναμε στο παρελθόν. Λάθη ολέθρια που τα υφιστάμεθα σήμερα και καλύπτουν το περιλάλητο κάποτε «κλεινόν άστυ», ως αδιάψευστοι μάρτυρες της διαχρονικής αλαζονείας μας. Η εικόνα της Αθήνας πιστοποιεί τη βίαιη σπέκουλα πάνω στην πανάρχαια γη και την ακόρεστη βουλιμία των κερδοσκόπων για μεγαλύτερο κέρδος, περισσότερο πλουτισμό, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.

Μέσα σ’ αυτήν τη χτισμένη «θάλασσα», ξεχωρίζουν οι λιγοστοί ουρανοξύστες που κατασκευάστηκαν στην Αθήνα, κυρίως την περίοδο της επτάχρονης δικτατορίας. Μοιάζουν, από μακριά, με υπερμεγέθη τοτέμ, πανύψηλα αστικά τοπόσημα που ξεπροβάλλουν εδώ κι εκεί, να συμβολίζουν, με την έντονη παρουσία τους μέσα στον σωρό, μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της σύγχρονης νεοελληνικής ιστορίας. Τότε που είχαν καταλυθεί όλες οι δημοκρατικές κατακτήσεις, οι οικοδομικοί κανονισμοί είχαν γίνει κουρελόχαρτα, καθώς είχε απλωθεί ως σκοτεινός ζόφος πάνω στη χώρα το περιβόητο: «αποφασίζομεν και διατάσσομεν».

Περνώντας σήμερα δίπλα από τα πολλά εργοτάξια του Ελληνικού, αντιλαμβάνεται κανείς το τι συντελείται στον πάλαι ποτέ υπαίθριο χώρο του αεροδρομίου, του αθλητικού κέντρου του Αγ. Κοσμά, αλλά και όλης της παράκτιας ζώνης. Ενα συνεχές μέτωπο πολυκατοικιών, με ελάχιστα κενά, φράζει πλέον ολοσχερώς τη θέα, αλλά και την πρόσβαση προς τη θάλασσα, σαν αμυντικό τείχος που σηκώθηκε εκεί για να αποκόψει και όχι να επιτρέψει την εκτόνωση της πόλης προς την παραλία. Και λίγο παρακάτω, ορθώνεται το νέο γιγάντιο τοπόσημο της λεγόμενης Αθηναϊκής Ριβιέρας. Κάθε μέρα υψώνεται ολοένα και περισσότερο και δεσπόζει στην περιοχή, συμβολίζοντας και στα νότια προάστια τα ήθη των νέων καιρών.

Γιατί όπως σημείωνε ο Ludwig Wittgenstein, «η αρχιτεκτονική διαιωνίζει και εξυμνεί κάποιο πράγμα. Γι’ αυτό δεν μπορεί να υπάρχει αρχιτεκτονική όταν δεν υπάρχει κάτι που ν’ αξίζει τον κόπο να εξυμνηθεί»1. Σύμβολο εξύμνησης της κυριαρχίας του πλούτου, λοιπόν, υπερμέγεθες και υπεροπτικό, που φυτεύεται δίπλα στην παραλία, ώστε να φαίνεται από παντού, διαλαλώντας αλαζονικά την υπερφίαλη παρουσία του, με τις κατάλληλες φυσικά «διευκολύνσεις» και τις ευλογίες του «επιτελικού κράτους»; Ο ουρανοξύστης (αλλά και οι άλλοι που θα ακολουθήσουν) απευθύνεται στα παχυλά βαλάντια (ελληνικά και ξένα) που έτρεξαν ήδη να προαγοράσουν κάποιο από τα πανάκριβα διαμερίσματα, για να βλέπουν «αφ’ υψηλού» τη θέα στον Σαρωνικό. Διότι, βλέπετε, σχεδόν πάντοτε προηγείται το κοινωνικό πρότυπο έναντι του αρχιτεκτονικού προτύπου.

Οι ουρανοξύστες, παλιοί και νέοι, θα στέκουν σαν ψηλά ξόανα μέσα στο λεκανοπέδιο, να θυμίζουν στις επόμενες γενιές τις εποχές που αυτοί χτίστηκαν, αλλά και τις επικίνδυνες πολιτικές που επέτρεψαν τη δημιουργία τους, δίχως να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αρχιτεκτονική εκφράζει καθαρά στον χώρο και στον χρόνο, ξεκάθαρα, τον τρόπο ζωής μας – ποιοι είμαστε και πού πηγαίνουμε! Η μεγάλη, ελεύθερη έκταση του Ελληνικού ήταν ακόμα μια ευκαιρία που μας παρουσιάστηκε για να κάνουμε πιο υποφερτό και βιώσιμο το περιβάλλον μέσα στο οποίο καθημερινά διαβιούμε και, δυστυχώς, τη σπαταλήσαμε, όπως κάναμε τόσες και τόσες φορές στο παρελθόν.

Πριν από πολλά χρόνια ο William Morris έγραφε, περιγράφοντας την αγγλική ύπαιθρο, «ο τόπος είναι μικρός, υπερβολικά κλειστός ανάμεσα σε στενές θάλασσες, όπως εμφανίζεται, για ν’ αντέξει οτιδήποτε υπερβολικό και ογκώδες· δεν υπάρχουν απέραντες ερημιές που να συγκλονίζουν με τη μελαγχολία τους, ούτε μεγάλα μοναχικά δάση, ούτε τρομερές και αδιάβατες βουνοπλαγιές· όλα είναι μετρημένα, αναμεμιγμένα, ποικιλλόμενα, όπου το ένα γλιστράει μαλακά μέσα στο άλλο»2. Λόγια που ισχύουν και για τον δικό μας τόπο, που χαρακτηρίζεται από τα φυσικά «αρχιτεκτονημένα» τοπία του. Τοπία που τα ίδια υποδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο θα ενταχθεί αρμονικά το νέο κτίσμα μέσα τους. Αρκεί βέβαια να έχεις μάτια για να δεις και αυτιά για να αφουγκραστείς το σιγοψιθύρισμά τους.

Οι φανατικοί υποστηρικτές των ψηλών κτιρίων επιχειρηματολογούν ότι τάχατες οι ουρανοξύστες αφήνουν ολόγυρά τους άπλετο ελεύθερο δημόσιο χώρο προς όφελος της πόλης. Οτι, δηλαδή, αντί να χτίζουμε κατά πλάτος, είναι καλύτερο να χτίζουμε καθ’ ύψος, με τη μικρή φυσικά υποσημείωση (κάτι σαν τα ψιλά γράμματα των ασφαλιστηρίων) ότι –δήθεν– θα παραμένει ο ίδιος συντελεστής δόμησης, δίχως υπέρβαση των επιτρεπόμενων τετραγωνικών ανά περιοχή. Ολοι αυτοί οι θιασώτες της «ανάπτυξης, της προόδου και του εκσυγχρονισμού», του ανεξέλεγκτου κοντολογίς νεοφιλελευθερισμού, δεν έχουν παρά να ανέβουν σε μια πλαγιά του Υμηττού και από εκεί ψηλά να παρατηρήσουν καλά και δίχως παρωπίδες την πόλη, για να συνειδητοποιήσουν ιδίοις όμμασι την καταστρεπτική εφαρμογή των θεωριών τους στην Αθήνα.

*Αρχιτέκτων - ομότιμος καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

1. Ludwig Wittgenstein, «Στοχασμοί», Στιγμή, Αθήνα 2008. 

2. William Morris, «Φόβοι και ελπίδες για την τέχνη», Ηριδανός, Αθήνα 2016.

Η αλαζονεία του ύψους