Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Του Γιώργου Παπαγιαννόπουλου: ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ & ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (εισήγηση στο 11ο Πανελλήνιο Αρχιτεκτονικό Συνέδριο)


Δημοσιεύουμε την εισήγηση του αρχιτέκτονα και υποψήφιου στα ψηφοδέλτια της συσπείρωσης αριστερών αρχιτεκτόνων Γιώργου Παπαγιαννόπουλου, στο 11ο Πανελλήνιο Αρχιτεκτονικό Συνέδριο.





ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ & ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ


Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι.

Τίτλος της ολιγόλεπτης εισήγησής μου είναι «ο δημόσιος χώρος και αρχιτεκτονική εκπαίδευση». Τα παρακάτω λεγόμενα μου αποτελούν προσωπικές διατυπώσεις αλλά και προσδοκίες διαμορφωμένες από την θητεία μου ως διδάσκων τα τελευταία χρόνια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου της Θράκης, (στα μαθήματα των Αρχιτεκτονικών Συνθέσεων). Διαπιστώσεις και προσδοκίες γύρω από τον ρόλο ή καλύτερα της ευθύνη των αρχιτεκτόνων στη διαμόρφωση του δημόσιου χώρου.

Σίγουρα, πρωταρχική απαίτηση της αρχιτεκτονικής είναι η ύπαρξη του εσωτερικού χώρου. Αυτός, έρχεται να καλύψει από την ανάγκη και την λειτουργικότητα της χρήσης μέχρι την ολοκλήρωση του βιώματος: την επικοινωνία, τη δημιουργία, την ανάπαυση, την απομόνωση, τον ερωτισμό, τον θάνατο.

Ο εξωτερικός δημόσιος χώρος με τη σειρά του, νοούμενος ως εσωτερικός του αστικού περίγυρου διαπραγματεύεται μ΄ όλα τα παραπάνω, σε επίπεδο συλλογικό πια, για να προσδιορίσει τελικά την φυσιογνωμία του.


Αν το πλέγμα των δρόμων, των πλατειών, των ελεύθερων περιοχών συγκροτεί τον δημόσιο χώρο και διαμορφώνει την κοινωνική συμπεριφορά, τα αρχιτεκτονικά μορφώματα που το ορίζουν, αποτελούν τις εσωτερικές όψεις του. Τις ανταποκρίσεις του. Έτσι, η αρχιτεκτονική πέρα από τον στενό λειτουργικό προσδιορισμό της αντανακλά στο δημόσιο χώρο το νόημά της.

Διαπίστωση που μας οδηγεί ευθέως στην εκτίμηση πως είναι σε κάθε περίπτωση κατ΄ ουσίαν δημόσια.

Εδώ κάπου εντοπίζεται το ιδεολογικό κέντρο που την καθιστά πέρα από προσωπικές επαγγελματικές φιλοδοξίες και ματαιοδοξίες, πρωτίστως κοινωνικό αγαθό. Με την παραπάνω θεώρηση νομίζω είναι δυνατόν να ερμηνεύσουμε για παράδειγμα την αξία των ιστορικών οικιστικών συνόλων πέρα από εύκολους και παρωχημένους αισθηματισμούς και μορφολογικούς οδηγούς.

Βέβαια, η αλήθεια είναι πως ο προστατευμένος χώρος του Πανεπιστημίου όπου μπορούν και διακινούνται τέτοιες ιδέες βρίσκεται συχνά μακριά από τους πραγματικούς όρους παραγωγής και αγοράς της αρχιτεκτονικής στο δημόσιο χώρο.
Θα μου επιτρέψετε εδώ μια παρένθεση όχι άσχετη μιας και το θέμα μας είναι ο δημόσιος χώρος και το ευρύτερο δομημένο περιβάλλον. Το τελευταίο, στον τόπο μας κατά συντριπτικό ποσοστό δεν μελετάται από αρχιτέκτονες. Η σχετική νομοθεσία επιτρέπει στους μηχανικούς ανεξαρτήτως ειδικότητας να εκπονούν αρχιτεκτονικές μελέτες. Η οικοδομή στον τόπο μας αποτέλεσε μεταπολεμικά έως σήμερα για το συλλογικό ασυνείδητο την ατμομηχανή της εθνικής οικονομικής ανάπτυξης.

Κακά τα ψέματα, η οικοδομική δραστηριότητα που αφορά ως επί το πλείστον την παραγωγή κατοικίας καθιστά την τελευταία από κοινωνικό αγαθό σε εμπόριο και κατ΄ επέκταση σε κερδοφόρα επιχείρηση. Είναι λοιπόν επόμενο, να υποστηρίζεται από σημαντική μερίδα του τεχνικού κόσμου το δικαίωμα στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Συχνά, ο πτυχιούχος αρχιτέκτονας παραγκωνίζεται λίγο πιο πέρα ως ένας καλλιτεχνίζων τύπος με αμφίβολα επιστημονικά τεκμήρια. Τη θέση του καταλαμβάνει ο πιο «έγκυρος» επαγγελματίας στα μάτια των πολλών, που είναι ταυτόχρονα και δραστήριος επιχειρηματίας, ταχύτερος, καταφερτζής και ακούει στο γενικόλογο τίτλο του «μηχανικού». Αυτός, είναι στην ουσία ο διαμορφωτής του δημόσιου χώρου. Έτσι τα επίκαιρα περί ανοίγματος του ορθάνοιχτου επαγγέλματος και η κατάργηση των ήδη ελάχιστων αμοιβών εκπίπτουν στο επίπεδο του αστείου.

Και όμως το οξύμωρο είναι ότι παρά την γενικότερη απαξίωση, την τελευταία δεκαετία και λίγο παραπάνω, ιδρύθηκαν 4 νέα τμήματα αρχιτεκτόνων μηχανικών ενώ άλλα δύο βρίσκονται στα σκαριά! Και έτσι μειώνουμε τους δείκτες ανεργίας.

Αλίμονο, κάθε χρόνο αποφοιτούν εκατοντάδες νέοι αρχιτέκτονες που τοποθετούνται νομοτελειακά σε επαγγελματική αχρηστία. Έτσι, η αρχιτεκτονική εκπαίδευση γίνεται μόδα και το επάγγελμα, επάγγελμα πολυτελείας.

Από τις αρχιτεκτονικές σχολές αποφοιτούν κάθε χρονιά δυσανάλογα σε πλήθος άξιοι νέοι αρχιτέκτονες σε σχέση με την ποιότητα του τρέχοντος οικοδομικού προϊόντος στην επικράτεια. Θα είχε ίσως ενδιαφέρον η επικείμενη αξιολόγηση των πανεπιστημιακών τμημάτων που δρομολογείται από το αρμόδιο υπουργείο να επιδοθεί, και σε μια τέτοιου είδους στατιστική συγκριτική ανάλυση. Αλλιώς η επιστημονικοφανής σοβαρότητα των όποιων αξιολογήσεων περισσεύει.

Είναι άραγε τόσο μεγάλη η επιθυμία της κεντρικής διοίκησης για αρχιτεκτονική; Τότε γιατί όλη αυτή η δυστοκία από τους φορείς που διαχειρίζονται την παραγωγή της στον πραγματικό δημόσιο χώρο; Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της αισθητικής αστυνόμευσης υπό τον θεσμό των ΕΠΑΕ όπου συνάδελφοι ελέγχουν και λογοκρίνουν συναδέλφους.
Από τη μία αστυνόμευση στη δημιουργία του δημόσιου χώρου, και από την άλλη παρεκκλήσεις και αναθέσεις μεγάλων projects στα καίρια σημεία του με τυμπανοκρουσίες στις βεντέτες του παγκόσμιου στερεώματος, που προκαλούν τον άναρθρο θαυμασμό μας, θυμίζοντας ονειρικές μεταγραφές αστέρων του ποδοσφαίρου.

Πολύ πρόσφατα μάλιστα, προτείνεται ανοικτά προς την κυβέρνηση σε φύλλο του ημερήσιου τύπου η οικοδόμηση του Ελληνικού με απευθείας αναθέσεις στους διεθνείς αστέρες ως η τελευταία ευκαιρία εθνικής ανύψωσης! Κάτι σαν το τάμα του Έθνους επί δικτατορίας! Η ιστορία επαναλαμβάνεται και μάλιστα από τα ίδια πρόσωπα.

Έτσι, η αρχιτεκτονική ως δημαγωγία και εξουσιαστικό εργαλείο ανάγεται σε ανώτερη τέχνη πολλών καρατίων με αδιαμφισβήτητη πολιτισμική προσφορά για τους επαΐοντες.

Οι πολλοί, ας βγάλουν τα μάτια τους για να την κατανοήσουν και τελικά να την εκτιμήσουν.

Όμως εμείς λέμε όχι! Σε πείσμα των καιρών θα μεταδίδουμε την άποψη πως η παραγωγή του δομημένου περιβάλλοντος δεν είναι τερτίπι μιας αυθεντίας, ή αυτόνομο αφηρημένο άπιαστο ιδεολόγημα. Είναι διαδικασία διαπραγμάτευσης, αμφισβήτησης, κοινωνικής συνείδησης, αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογικής ζωής.

Η αρχιτεκτονική από τη φύση της αφορά τους πολλούς. Όχι τους λίγους. Από το σπίτι, την πολυκατοικία, την πλατεία, το σχολείο, ως το μουσείο μετράται καθημερινά η αρνητική η, μακάρι, η θετική συνεισφορά της  στον πραγματικό δημόσιο χώρο.

Σ΄ αυτά τα « τετριμμένα » θέματα κυρίως λογοδοτεί  και ή έπρεπε η έρευνα της επιστήμης του χώρου μέσα στις αρχιτεκτονικές σχολές και εκεί στηρίζεται ο λόγος ύπαρξής τους. Η αρχιτεκτονική σπουδή δεν μπορεί να είναι απλή και βέβαιη εφαρμογή συνταγών έγκυρων εισαγόμενων προτύπων καινοτομίας ή τεμπέλικος εφησυχασμός παραδομένος σε αδιαπραγμάτευτους κανόνες και τεχνολογικές προδιαγραφές.

Μπορεί να είναι και ποίηση. Όμως η ποίηση μπορεί να ευνοηθεί. Δεν διδάσκεται. Αυτό που μπορεί να διδάσκεται είναι το γνωσιολογικό εφόδιο η καλλιέργεια της τεχνικής και κοινωνικής συνείδησης με την οποία ο εκκολαπτόμενος αρχιτέκτονας στήνει το προσωπικό του σύστημα κανόνων που θα παράξει το έργο του. Και αυτό το σύστημα αντανακλάται παντού και πάντα. Έτσι που είναι αδύνατον να υπάρξει ουδέτερος ιδεολογικά χώρος. Η ιδέα του κέρδους, της σαγήνης, του χωρικού σοκ, αλλά και πιο σπάνια της εσωτερικής οικονομίας, της δικαιοσύνης της αξιοπρέπειας αποτυπώνεται ως ανεξίτηλο σημάδι στο σώμα του δομημένου περιβάλλοντος. Έτσι που η βολική και μακαριώδης θεώρηση της τρέχουσας αρχιτεκτονικής απαλλαγμένης επιτέλους, από το ιδεολογικό της φορτίο να είναι μάλλον μάταιη στο διηνεκές.








Κατά την διάρκεια της εισήγησης προβάλλεται ως φόντο αυτή η εικόνα. Είναι από το Ηράκλειο.
Τη συναντούμε όμως απαράλλαχτη μέσα στη καθημερινότητα μας σε όλα τα αστικά περιβάλλοντα της επικράτειας επί δεκαετίες. Η ερμηνεία της ποικίλει: Δημοκρατική αυθαιρεσία; σουρεαλιστικό παζλ; ενδιαφέρουσα συνύπαρξη; Κατασκευαστική και αισθητική βαρβαρότητα; Προσωπικά κλείνω προς την τελευταία.

Η μετάλλαξη της προς το ανθρωπινότερο θα πρέπει να είναι πιστεύω το κύριο μέλημα της πολιτείας, των σχολών, των αρχιτεκτονικών ομάδων του μονήρη αρχιτέκτονα. Ο δρόμος είναι μακρύς.

                                                                                                Ευχαριστώ                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου